ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
του καθηγητή Δρ. Ηλία Φιλιππίδη
1. και μνημονεύετε Ιωάννη Καποδίστρια.
Ο τελευταίος εθνικός μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης στο ελληνικό Άσμα ασμάτων, την εμβληματική ελεγεία «Άξιον εστί» και στο χαρακτηριστικό κεφάλαιο «Τα Πάθη» έγραφε:
«Όπου και να σας βρίσκει το κακό, αδελφοί, όπου και να θολώνει ο νους σας, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό και μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη».
Ο Διονύσιος Σολωμός είναι ο πνευματικός πατέρας του σύγχρονου Ελληνισμού, ο υμνητής της ελληνικής ελευθερίας. Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης μεταμόρφωσε την γλώσσα σε αισθητήρα ευαισθησίας και ήθους, σε έκφραση ερωτικής σαγήνης και θωπείας για τον λαϊκό τρόπο της ελληνικής ζωής.
‘Αν ζούσε σήμερα ο Ελύτης και πρόσθετε στις εμπειρίες του τα όσα ζούμε εμείς από το 1996 που πέθανε, μέχρι σήμερα, σίγουρα θα είχε προσθέσει στο μνημολόγιό του και τον ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ.
Ας το κάνουμε εμείς εν τω πνεύματί του και να λέμε:
Αδελφοί, μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμό, μνημονεύετε Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και μνημονεύετε Ιωάννη Καποδίστρια.
Ο Ελύτης αναφέρεται βεβαίως σε δύο κορυφαίες μορφές του Ελληνικού πολιτισμού με κριτήριο την γλώσσα. Αν ο Θεμιστοκλής θεώρησε, ότι τα «Ξύλινα τείχη» δεν είναι η περίφραξη της Ακροπόλεως αλλά οι τριήρεις της Σαλαμίνας και έτσι έσωσε την Ελλάδα και ολόκληρο τον μετέπειτα Ευρωπαϊκό πολιτισμό, έτσι και ο Ελύτης ως σύγχρονος πνευματικός στρατηγός του Ελληνισμού, θεωρεί, ότι τα σημερινά «Ξύλινα τείχη» προστασίας του Ελληνισμού είναι η ελληνική γλώσσα.
Η ελληνική γλώσσα είναι η ακρόπολις του Ελληνισμού και οι ελληνικές λέξεις είναι ο στόλος της διαχρονικής δυνάμεως και πορείας μας μέσα στον χρόνο. Όσο πιο πολύ σεβόμαστε την ελληνική γλώσσα, όσο πιο συνειδητά την χειριζόμαστε και όσο πιο πολλές ελληνικές λέξεις χρησιμοποιούμε, τόσο πιο δυνατός καθίσταται ο Ελληνισμός. Η γλώσσα είναι το ισχυρότερό μας όπλο. Είναι μία γλώσσα που ομιλείται χωρίς διακοπή για πάνω από 4.000 χρόνια. Οι γραπτές μαρτυρίες που έχουν διασωθεί μόνο με τα πήλινα πλακίδια της Γραμμικής Β φθάνουν μέχρι το 1.700 π.Χ., χωρίς να γνωρίζουμε τι ήταν η Γραμμική Α. Όμως ανεξάρτητα από αυτό, κοινωνιολογικώς θεωρείται, ότι η κάθε γλώσσα, μέχρι να φθάσει στην γραπτή της μορφή, διατρέχει μία περίοδο προφορικής παραδόσεως που κυμαίνεται από 500 μέχρι και 2.000 χρόνια.
2. Η πολιτική αγιότητα
Όμως είτε
πρόκειται για τις τριήρεις της Σαλαμίνας είτε για την διατήρηση της ελληνικής γλώσσας,
η ύλη για να γίνουν τα «Ξύλινα τείχη» είναι η ξυλεία και για την διατήρηση ενός
πολιτισμού, ξυλεία είναι το συλλογικό Πνεύμα, το οποίο μορφοποιείται ως
Συνείδηση ήθους, ως εθνική και πολιτισμική Ταυτότητα.
Τα ιστία των εθνικών και πνευματικών μας τριήρεων είναι τα ζωντανά παραδείγματα ήθους και οράματος. Σε αυτή την πινακοθήκη των πνευματικών παραδειγμάτων ανήκει ασφαλώς και ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ.
Δυστυχώς για το ανθρώπινο γένος η επώνυμη αγιότητα, διότι υπάρχει και η ανώνυμη, αποτελεί προνόμιο των ανθρώπων της θρησκευτικής πίστεως. Ο πιο απόμακρος χώρος σε σχέση με την αγιότητα της πίστεως είναι ο χώρος της πολιτικής. Ο επόμενος μαχαλάς είναι η κόλαση. Με αυτή την έννοια φαινόμενα αγιότητας στον χώρο της πολιτικής και της εξουσίας είναι σπάνια. Κορυφαία παραδείγματα από την πρόσφατη παγκόσμια ιστορία μας αποτελούν ο Μαχάτμα Γκάντι, ο πάστορας Μάρτιν Λούτερ Κινγκ, ως ηγέτης του κινήματος των Αφρο-αμερικανών, ο αρχάγγελος της Αφρικής Πατρίς Λουμούμπα και ο Νέλσον Μαντέλα. Δεν είναι τυχαίο, ότι όπως ο Ιωάννης Καποδίστριας, έτσι και οι τρεις πρώτοι δολοφονήθηκαν με αιτία το έργο τους, ενώ ο Μαντέλα έμεινε στην φυλακή για 27 χρόνια και θα είχε εκτελεσθεί και αυτός, εάν δεν υπήρχε διεθνής αντίδραση για την καταδίκη του από το ρατσιστικό καθεστώς της Νοτίου Αφρικής.
Λόγω ακριβώς της σπανιότητας αυτών των περιπτώσεων και των διαφορετικών πολιτικών συνθηκών σε κάθε χώρα, είναι δύσκολο να συνθέσουμε έναν γενικό κανόνα που να μπορεί να αποδώσει την πολιτική αγιότητα.
Δεν μπορούμε να πούμε, αν είναι σύμπτωση, ότι η ελληνική ιστορία έχει αναδείξει δύο παραδείγματα πολιτικής και ιστορικής αγιότητας στο τέλος και στην αρχή δύο εποχών του Ελληνισμού, δηλ. στο τέλος του Βυζαντίου με τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και στην αρχή του Ελλαδικού κράτους με τον Ιωάννη Καποδίστρια. Είναι σαν τα αγάλματα που στέκονται στις δύο πλευρές σε γέφυρες μεσαιωνικών ευρωπαϊκών πόλεων. Δεν είναι μόνο η θυσία που τους ενώνει, είναι η λάμψη της συνειδήσεώς τους που ακτινοβολεί, θερμαίνει και ανυψώνει τον άνθρωπο στο ανώτατο επίπεδο της ποιότητας που είναι η αγιότητα. Είναι οι φάροι που μας φωτίζουν και μας δίνουν την κατεύθυνση μέσα στον απρόβλεπτο και χαώδη χώρο του χρόνου.
Αν μπορούμε να εξάγουμε έναν γενικό κανόνα από το παράδειγμά τους, αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από την προσήλωσή τους μέχρι αυτοθυσίας στην υπέρτατη αξία που είναι το καθήκον στην υπηρεσία του εθνικού συμφέροντος. Το εθνικό συμφέρον έγκειται στην διασφάλιση της διαχρονικότητας και της ευημερίας του Ελληνισμού και του πολιτισμού του.
3. Το όραμα ως σημασία υπάρξεως και ελλείψεως.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας διέθετε ένα συνεκτικό, εποπτικό και μακροπρόθεσμο όραμα για το παρόν και το μέλλον του Ελληνισμού. Για ένα νέο κράτος η συνολικότητα του συλλογικού οράματος αποτελεί βασική προϋπόθεση της συνεκτικότητας του λαού. Μετά την δολοφονία του Ιωάννη Καποδίστρια ο Ελληνισμός έχασε την ενότητα και την συνολικότητα του οράματός του. Από τότε η Ελλάδα υποβιβάσθηκε σε μία πολιτικά κατακερματισμένη και γεωπολιτικά εξηρτημένη κοινωνία προτεκτοράτου. Μόνο το όραμα της Μεγάλης Ιδέας ήταν αυτό που κρατούσε το σκάφος του Ελληνισμού προς μία σταθερή κατεύθυνση, αυτή της εθνικής και κρατικής αποκαταστάσεως του μεγαλυτέρου τμήματος του Ελληνισμού, ακόμη και της αποκαταστάσεως της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Μετά την κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας ο Ελληνισμός έχασε τον προσανατολισμό του, έχασε τον ιστορικό του βηματισμό, έμεινε χωρίς όραμα.
Από τότε η Ελλάδα είναι ένα σκάφος χωρίς πυξίδα, το οποίο περιπλανάται μέσα στον ωκεανό των παγκόσμιων ανταγωνισμών και της περιφερειακής αστάθειας χωρίς πρωτοβουλία, χωρίς αυτοπεποίθηση, μάλλον χειραγωγείται παρά κυβερνάται. Στην καλύτερη περίπτωση αντιδρά σπασμωδικά και αγχωμένα. Το τελικό αποτέλεσμα είναι σήμερα η Ελλάδα να αποτελεί ένα επιπλέον ναυάγιο, με την έννοια, ότι το σκάφος απλώς επιπλέει ακόμη, μπάζει νερά, οπότε είναι θέμα χρόνου το πότε θα βυθισθεί. Στο μόνο κατάστρωμα που οι πάντες κάνουν το παν για να επιπλεύσουν, είναι το κατάστρωμα της εξουσίας.
4. Η έννοια της Πολιτικής
Ο Ότο φον Μπίσμαρκ ήταν αυτός που είπε, ότι « Η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού». Όμως αυτός δεν είναι ο γενικός ορισμός της πολιτικής, είναι απλώς ένας από τους κανόνες της μεθοδολογίας της πολιτικής δράσεως. Εξάλλου ο Μπίσμαρκ δεν εξέφραζε ούτε καν το δικό του έργο, διότι πολιτική γι’ αυτόν ήταν η πραγματοποίηση του οράματός του, δηλ. η ενοποίηση των γερμανικών ηγεμονιών και βασιλείων και η δημιουργία του Β’ Ράιχ της γερμανικής ιστορίας. Μεγαλύτερη ουτοπία δεν θα μπορούσε να υπάρξει!
Το κατόρθωσε και έγινε ο πρώτος του καγκελάριος το 1871.
Οι πλέον κατάλληλοι να μας πουν τί είναι πολιτική, είναι οι αρχαίοι Έλληνες, οι οποίοι την θέσπισαν και χάρισαν στην ανθρωπότητα το όνομά της. Με βάση λοιπόν την πολιτική σκέψη και το παράδειγμα των αρχαίων Ελλήνων μπορούμε να βγάλουμε δύο βασικά συμπεράσματα:
Α. η πολιτική δεν είναι μία έννοια σημείου αλλά μία έννοια χώρου. Η διαφορά είναι τεράστια. Αν στις φυσικές επιστήμες, με βάση κυρίως την κβαντική φυσική, ενισχύεται η αντίληψη, ότι όλα τα φυσικά φαινόμενα θα πρέπει να προσεγγίζονται όχι ως μεμονωμένα δεδομένα αλλά ως συναρτήσεις, αποτελεί τεράστιο λάθος να αντιμετωπίζουμε την πολιτική μέσω του πνεύματος της μαθηματικής και εννοιοκρατικής αντιλήψεως του ορθολογικού Διαφωτισμού του 19ου αιώνα ή της θεοκρατίας του Μεσαίωνα. Η Δυτική σκέψη σήμερα αντιμετωπίζει την πολιτική ως θέμα management, οικονομίας και διεθνών σχέσεων. Τελευταία προστίθεται και η διάσταση της σχέσεως με την φύση. Η διάσταση της ιδεολογίας απορρίπτεται ως αριστερή. Για την αρχαία ελληνική σκέψη αντιθέτως ο περιβάλλον χώρος της πολιτικής, η υφαλοκρηπίδα πάνω στην οποία εδράζεται, είναι η ανθρωπολογία και ο αξιακός πολιτισμός.
Β. Η ελληνική αντίληψη προσεγγίζει την πολιτική ως το αποτέλεσμα της συνολικής, ατομικής και συλλογικής, δράσεως του ανθρώπου με επιστέγασμα την διαμόρφωση μιας εποπτικής στρατηγικής του Γενικού δέοντος, που είναι η εξυπηρέτηση του εθνικού και κοινωνικού συμφέροντος διατηρήσεως και προαγωγής καθώς και της πνευματικής ανατάσεως μιας οργανωμένης κοινότητας ανθρώπων.
Με βάση τα παραπάνω καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι άλλο πράγμα είναι η Πολιτική (να την γράφουμε με κεφαλαίο) ως γενική στρατηγική και διαφορετικό πράγμα είναι η πολιτική ως πρακτική διαχειρίσεως της εξουσίας από τους πολιτικούς. Το κατά πόσον τώρα το πολιτικό προσωπικό μιας χώρας παράλληλα με την διαχείριση συμπαράγει ταυτόχρονα και συνδιαμορφώνει την γενική στρατηγική, αυτό είναι το μέγα ζητούμενο και το απολύτως ευκταίον. Αλλά αυτός ο θετικός συνδυασμός σπανίζει όλο και περισσότερο, ίνα μη είπωμεν, ότι έχει εξαλειφθεί τελείως. Ειδικά για την Ελλάδα οι πολιτικοί μας όχι μόνο δεν παράγουν γενική στρατηγική αλλά δίνουν την εντύπωση ότι κάτι τέτοιο δεν υπάρχει, δεν χρειάζεται. Αρκούνται στα υποτιθέμενα προγράμματα του κόμματός τους. Γι’ αυτό εξάλλου και η έννοια των συγκριτικών πλεονεκτημάτων της χώρας απουσιάζει από το λεξιλόγιο και τον εγκέφαλό τους. Ο καθένας απ’ αυτούς ταυτίζει την πολιτική με τις προσωπικές του φιλοδοξίες, την περιορίζει στα μέτρα του, προσμετρώντας αλλοίμονο και τις έσωθεν και έξωθεν εξαρτήσεις του. Πολλοί απ‘ αυτούς χειρίζονται την πολιτική ως βιοποριστικό επάγγελμα και μάλιστα εγγράφουν επ’ αυτής και υποθήκη μέχρι τρίτης γενεάς.
Μέσα στο σύγχρονο σύστημα του κοινοβουλευτισμού η δημοκρατία λειτουργεί στο ελάχιστο και έχει χάσει τον πολιτικό της χαρακτήρα, διότι η συμμετοχή του λαού έχει περιορισθεί στην μηχανική διαδικασία των εκλογών κάθε 4 χρόνια. Ο έλεγχος διεξάγεται μεταξύ των κομμάτων και όχι μεταξύ του λαού και της εξουσίας. Το πολιτικό σύστημα λειτουργεί τελικά ως καρτέλ εξουσίας.
Η Στρατηγική πολιτική διακρίνεται σε βαθμίδες, οι οποίες κατά την άποψή μας είναι:
Α. Η
διάκριση μεταξύ βουλήσεως και αποφάσεως. Η απόφαση μιας πολιτικής κοινότητας
έχει συλλογικό χαρακτήρα αλλά δεν συγκροτείται μόνο ως άθροισμα των επιμέρους
βουλήσεων των μελών της. Είναι άθροισμα αλλά άθροισμα περισσοτέρων παραγόντων,
ένα από τους οποίους είναι η πλειοψηφία ως συγκριτικό άθροισμα των επιμέρους
βουλήσεων.
Β. Η
συνολικότητα. Η πλειοψηφία είναι ένα αριθμητικό μέγεθος αλλά δεν εκφράζει το
σύνολο της κοινότητας. Όμως το σύνολο δεν είναι μόνο ένα αριθμητικό άθροισμα,
είναι και μία ποιοτική κατηγορία, διότι εκφράζει την «πόλιν», την «πατρίδα», το
«γενικό καλό».
Άρα τόσο η
πλειοψηφία όσο και η μειοψηφία δεν αποτελούν αυτιστικές δυνάμεις αλλά λειτουργικά
μέλη του συνολικού σώματος της κοινότητας.
Γ. Η αναφορικότητα.
Η Πολιτική στρατηγική αποτελεί τον υψηλότερο όροφο ενός οικοδομήματος. Εκφράζει
το συνολικό Όραμα της κοινότητας και εδράζεται πάνω στο θεμέλιο ενός συνειδητού
και λειτουργικού αξιακού, κοινωνικού και πολιτικού πολιτισμού. Η σημερινή
παρακμή του Ελλαδικού κράτους οφείλεται ακριβώς στο έλλειμμα αυτών των τριών
ποιοτικών βάθρων της δημοκρατίας. Από την ατροφική συλλογική μας συνείδηση απουσιάζουν
τα στοιχεία της συλλογικότητας καθώς και της κοινωνικής και πολιτικής ευθύνης. Αυτό
που λέμε ΠΑΙΔΕΙΑ ενός λαού είναι η συνειδητοποίηση και η διάχυση της ανάγκης υπάρξεως
μίας αξιακής και στρατηγικής Υπερδομής.
Δ. Η διαχρονικότητα.
Το αξιακό σύστημα μιας κοινότητας ενώνει τις τρείς διαστάσεις του χρόνου σε μία
ευρύτερη έννοια, τόσο χρονικά όσο και γεωγραφικά, που είναι το έθνος. Στο παρελθόν έχουν τις ΡΙΖΕΣ τους η ιστορική
αυτογνωσία και το αξιακό σύστημα της κοινότητας. Στο παρόν ανάγεται σε αξία και
ευθύνη η έννοια του ΓΕΝΙΚΟΥ ΔΕΟΝΤΟΣ και στο μέλλον προβάλλεται το πρόγραμμα
ενός συμπεριληπτικού και καταξιωτικού ΟΡΑΜΑΤΟΣ και
Ε. Η αντικειμενικότητα,
η οποία περιλαμβάνει τα δεδομένα της επιστήμης και της ιστορίας, τις ισχύουσες
συνθήκες γεωπολιτικής και εσωτερικής πολιτικής καθώς και τις κοινωνικές ανάγκες.
5. Η μετάλλαξη της πολιτικής
Σήμερα έχει δημιουργηθεί
πλέον ένα πάγιο χάσμα μεταξύ εξουσίας και λαού και μία μόνιμη σύνδεση μεταξύ πολιτικής
εξουσίας και του παγκόσμιου καρτέλ της χρηματικής ή άυλης οικονομίας, το οποίο υπολογίζεται
ότι ελέγχει τουλάχιστον το 97% του παγκόσμιου όγκου των οικονομικών συναλλαγών.
Το πολιτικό σύστημα και τα ΜΜΕ στο μεγαλύτερο μέρος του κόσμου έχουν μετατραπεί
σε εξαρτήματα του παγκόσμιου συστήματος οικονομικής εξουσίας. Έτσι
δημιουργείται ένα σύμπλεγμα παγκοσμίου οικονομικής διακυβερνήσεως, το οποίο
φιλοδοξεί, πιέζει και προπαγανδίζει την ολοκλήρωση του γενικού ελέγχου της
ανθρωπότητας μέσω μιας και πολιτικού χαρακτήρα
global governance.
Σε αυτούς
που ίσως θα ισχυρίζονταν, ότι τα παραπάνω ανήκουν στον χώρο της
συνωμοσιολογίας, την απάντηση δίνει ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο
Γκουτέρες, ο οποίος σε επίσημη διάσκεψη του ΟΗΕ στην Γενεύη για τις συνέπειες
της κλιματικής κρίσεως στις ευάλωτες χώρες, κατήγγειλε το «ηθικά διεφθαρμένο
παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα» (sofokleousin.gr, 9-1-23).
Το
συμπέρασμα είναι, ότι η Πολιτική ως στρατηγική του Γενικού Δέοντος έχει
αντικατασταθεί από μία καθεστωτική αντίληψη της εξουσίας με κύρια χαρακτηριστικά:
Α. την παγκόσμια
καθετοποίηση της οικονομίας υπό τον έλεγχο του μηχανισμού διαχειρίσεως του χρήματος.
Β. το
πολιτικό σύστημα επιβάλλει τόσο ως πρακτική όσο και ως προπαγάνδα την
μονοπώληση της έννοιας της αντικειμενικότητας, αναγνωρίζοντας ως μόνη πραγματικότητα
την καθετοποίηση της οικονομίας και κατηγορώντας ως λαϊκιστές όσους δεν υποκύπτουν.
6. Επίλογος
Στην πραγματικότητα
πρόκειται για την κατάργηση της δημοκρατίας και για μία νέα μορφή φεουδαρχίας. Μπορούμε
να επεκτείνουμε τον ορισμό της πολιτικής ορθότητας, η οποία ως φαινόμενο έχει οριζόντιο
χαρακτήρα και να δημιουργήσουμε τον ορισμό της καθέτου πολιτικής ορθότητας, η
οποία όχι μόνο καταργεί τον λαό ως την πηγή της εξουσίας και ως τον εντολέα της
Πολιτικής και ελεγκτή της πολιτικής αλλά επιπλέον τον κατηγορεί ως ανίκανο και
επικίνδυνο να συμμετέχει στην άσκηση της πολιτικής γενικώς, διότι δεν αντιλαμβάνεται
τους κανόνες λειτουργίας της καθετοποιημένης οικονομίας.
Χρειάζονται
ειδικές γνώσεις για αυτό το «αντικείμενο», τις οποίες διαθέτει μόνο το ιερατείο
της νέας φαραωνικής εξουσίας που είναι η τραπεζοκρατία.
Ο Καποδίστριας
υπήρξε το θύμα των γεωπολιτικών σκοπιμοτήτων, της τραπεζοκρατίας και των
εσωτερικών συνθηκών της εποχής του. Το Όραμά του που θα αποτελούσε μία νέα παγκόσμια
πρωτοτυπία, εάν επραγματοποιείτο, ήταν να δώσει το δικαίωμα ψήφου σε όλο τον
λαό και να αναβιώσει, έπειτα από 2.300 χρόνια, η «αρχή» του Περικλέους και οι
αρχές της Αθηναϊκής δημοκρατίας. Ως ΛΑΟΣ θα του οφείλουμε αιώνια ευγνωμοσύνη.
Είθε το παράδειγμά του να μας βοηθήσει να αντιληφθούμε επιτέλους, τί σημαίνει
ΛΑΟΣ.
Ο Ηλίας Φιλιππίδης είναι
συγγραφέας. Έχει διατελέσει πανεπιστημιακός κοινωνιολογίας και νομικός. Είναι
πρόεδρος του Διεπιστημονικού Κέντρου Ερευνών & Μελετών Οικουμενικού
Ελληνισμού ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου