Το τέλος της ιστορίας και οι Εσχατόπλαστοι.
του Ηλία Φιλιππίδη
1.
Η ταυτοποίηση της εποχής μας.
Η εποχή-μας μας ενδιαφέρει διπλά: τόσο ως παγκόσμια όσο και ως ελλαδική κατάσταση. Η ταυτοποίησή της είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Το μόνο που μπορούμε να πούμε, είναι ότι έχει όλα τα χαρακτηριστικά μίας εσχατολογίας αρνητικού τύπου, που είναι:
α. μεταβατικότητα χωρίς τα γνώριμα μιας άλλης εποχής. Αν μπορούμε να την συγκρίνουμε με μία παλαιότερη εποχή, αυτή είναι μόνο η φεουδαρχία. β. καθοδική κατεύθυνση που ενισχύει τα αρνητικά συναισθήματα της ανησυχίας και της μοιρολατρίας, ενώ απομακρύνει την λογική από την διάθεση για ελπίδα.
γ. αβεβαιότητα και αδιαφάνεια για τα χαρακτηριστικά της νέας εποχής. Θα έχει κάποια θετικά χαρακτηριστικά, τα οποία μπορούμε να προϋπαντήσουμε μετά κλάδων και βαϊων και να τα ενισχύσουμε ή θα πρόκειται για ένα νέο μεσαίωνα;
Η κοινωνιολογική μας άποψη είναι, ότι θα πρέπει να επαναφέρουμε το ζήτημα περί του Τέλους της ιστορίας, που έθεσε (1992) ο Αμερικανός πολιτειολόγος Φράνσις Φουκουγιάμα με το περιβόητο ομώνυμο βιβλίο του. Τόσο από το βιβλίο του όσο και από τα επόμενα άρθρα του και συνεντεύξεις προκύπτει, ότι δεν εννοεί την στασιμοποίηση του ιστορικού γίγνεσθαι αλλά το τέλος των ουτοπιών και των μεγάλων αφηγήσεων της εποχής των Ρουσό, Χέγκελ, Μαρξ και Λένιν και την ντε φάκτο αποδοχή από την συντριπτική πλειοψηφία των αναπτυσσομένων χωρών, μετά την κατάρρευση του Υπαρκτού Σοσιαλισμού, των δύο βασικών συστημάτων κοινωνικοπολιτικής λειτουργίας των Δυτικών κοινωνιών, που είναι ο κοινοβουλευτισμός και η ελεύθερη αγορά.
Στην πραγματικότητα η θεωρία του Φουκουγιάμα αποτελούσε μία νέα ουτοπία, το συμπέρασμα της οποίας ήταν, ότι ο νέος κόσμος που ευαγγελιζόταν, θα ήταν ειρηνικός, αφού οι οικονομικές συναλλαγές, συμμαχίες και ανταγωνισμοί στον χώρο της αγοράς θα απορροφούσαν κάθε άλλη συγκρουσιακή δυναμική.
Σήμερα όμως ζούμε σε μία έντονα σχιζοφρενική εποχή, όπου το παρόν έχει χάσει την έννοιά του, καθώς συνθλίβεται από τις δύο άλλες υποστάσεις του χρόνου, οι οποίες έχουν πάρει ανεξέλεγκτο και επιθετικό χαρακτήρα. Το παρελθόν επιστρέφει ως εκδικητικός βρικόλακας με την αναβίωση του Ψυχρού πολέμου και την επιστροφή στο κλίμα του 19ου αιώνα, ενώ το μέλλον δημιουργεί μία ατμόσφαιρα μυστηριώδους και απόκοσμης αποκαλύψεως μετά την είσοδό μας στην Τέταρτη βιομηχανική εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας και της τεχνητής νοημοσύνης.
Ο νέος κόσμος που έρχεται, δίνει την εντύπωση ενός αντίστροφου Παραδείσου, ο οποίος δεν προορίζεται για όλους τους ανθρώπους αλλά μόνο για τους προνομιούχους. Από τους Πρωτόπλαστους στους Εσχατόπλαστους. Θα επιδιώξουν να δημιουργήσουν ακόμη και ανθρώπινες φυλές με κριτήριο την πρόσβαση στην νέα τεχνολογία.
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα, ότι ζούμε σε ένα κόσμο χωρίς παρόν, άρα ζούμε σε πραγματικό χρόνο το τέλος της ιστορίας, διότι η ιστορία γράφεται στο παρόν και μετά αποταμιεύεται στο παρελθόν. Οι συγγραφείς της ιστορίας είναι τρείς: ο πολιτισμός (που περιλαμβάνει και την παιδεία), η πολιτική και η τεχνολογία. Η πρόοδος μιάς κοινωνίας εξαρτάται από την αρμονική και παράλληλη ανάπτυξη και των τριών αυτών παραγόντων. Πολιτική σημαίνει, ότι ο λαός διαμορφώνει το μέλλον του. Άρα χωρίς πολιτική δεν υπάρχει ιστορία. Η απαξίωση της πολιτικής στην εποχή μας είναι μία πρώτη προϋπόθεση για ένα μέλλον χωρίς ιστορία. Η πολιτική έχει χάσει την πρωτοβουλία του ιστορικού γίγνεσθαι, η πρωτοβουλία έχει περάσει στην τεχνολογία και την άυλη οικονομία.
2. Η αξία της σταγόνας και το ποτήρι που ξεχείλισε.
Μέσα σε αυτόν τον ορυμαγδό των κοσμογονικών εξελίξεων της σύγχρονης μετα-ιστορίας και ενώ η ιπερταχεία του μέλλοντος έχει ξεκινήσει, η Ελλάδα πηγαίνει ακόμη με τον αραμπά, ο οποίος έχει φορτωθεί και με τρία Μνημόνια. Το χειρότερο απ’ όλα ήταν το Τρίτο, της 12-7-2015, διότι υποθήκευσε την περιουσία του Δημοσίου για 99 χρόνια (2016-2115) και άνοιξε τον δρόμο για την εξαφάνιση της ιδιοκτησίας των Ελλήνων, τόσο της επιχειρηματικής όσο και της μικρομεσαίας με το ξεπούλημα των κόκκινων δανείων στα ξένα funds καθώς και με τους πλειστηριασμούς της πρώτης κατοικίας.
Τι αξία μπορεί να έχει μία σταγόνα; Καμμία, εκτός και αν είναι η τελευταία που προκαλεί το ξεχείλισμα του ποτηριού. Η τραγωδία των Τεμπών στο σύνολο της ελληνικής ιστορίας μπορεί να είναι απλώς ένα δάκρυ, μία σταγόνα. Αλλά εάν εμείς της δώσουμε την αξία που μπορεί να έχει μία τελευταία σταγόνα, τότε αυτή θα αποκτήσει ιστορική δύναμη και μπορεί να αποτελέσει την καμπή της πορείας του Ελληνισμού προς το μέλλον. Από εμάς εξαρτάται να πούμε: «Ως εδώ!», «Δεν πάει άλλο!». Αξίζουμε ένα καλύτερο μέλλον. Δεν είναι η Ελλάδα που τρώει τα παιδιά της αλλά εμείς που ανεχόμαστε να μας κυβερνούν εγκληματίες και αναίσθητοι. Εμείς, ο λαός, παραδώσαμε την πολιτική στις κομματικές εξουσίες, σαν να ήτανε λευκή επιταγή. Αν δεν πάρουμε την πολιτική στα χέρια μας, ούτε η Ελλάδα ούτε ο Ελληνισμός έχουν μέλλον.
Αυτά τα χρόνια ο Ελληνισμός δεν ζει την ιστορία ως πραγματικότητα. Αυτό το έχουμε χάσει, έχουμε χάσει τον ιστορικό μας βηματισμό. Ζούμε την ιστορία έμμεσα, επετειακά. Ο εορτασμός των 100 χρόνων του 1821 είχε αναβληθεί λόγω της Μικρασιατικής εκστρατείας και τελικά εορτάσθηκε το 1930 με βουρκωμένα μάτια λόγω της Καταστροφής του 1922. Το 2021 εορτάσαμε τα 200 χρόνια της Ελληνικής Επαναστάσεως αλλά πάλι όχι με χαρμόσυνη διάθεση, αφού η Ελλάδα ως αποικία χρέους, έχει χάσει μεγάλο μέρος της εθνικής της ανεξαρτησίας. Το επόμενο έτος 2022 συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή και την απώλεια των εστιών του Ανατολικού Ελληνισμού. Από τότε ο Ελληνισμός έχει χάσει τον ιστορικό του βηματισμό και κατεβήκαμε και άλλα ακόμα σκαλοπάτια στου Κακού την σκάλα.
Οι μεταμοντέρνοι αναθεωρητές της ιστορίας μας (Π.χ. Στάθης Καλύβας) προσπάθησαν να μας πείσουν να δούμε την ιστορία του ελλαδικού κράτους συνολικά ως ένα μεγάλο «Success story», και να μην είμαστε «μιζεραμπιλιστές», να μη γκρινιάζουμε, αφού σήμερα η Ελλάδα είναι ισότιμο μέλος με τα ισχυρά ευρωπαϊκά κράτη στο πλαίσιο της Ε.Ε. Δεν είναι πλέον το υπό προστασίαν κρατίδιο του 1830! Θέλουν να μας πείσουν, ότι σήμερα ζούμε στην καλύτερη περίοδο της ελλαδικής ιστορίας και ότι πρέπει να είμαστε υπερήφανοι, για το ποια είναι η Ελλάδα του σήμερα. Η Επανάσταση του 1821 ήταν απλώς η αφετηρία και δεν θα είχε καμμία σημασία αφ΄ εαυτής, εάν δεν φθάναμε στο σημερινό αποτέλεσμα. Γιαυτό άλλωστε είχαν φροντίσει οι οργανωτές του «ΕΛΛΑΔΑ 2021» να εορτάσουμε τα 200 χρόνια όχι της Επαναστάσεως αλλά «ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ»! Δηλ. να δοξάσουμε τον εαυτό μας. Οι αγωνιστές του 21 δεν αποτελούν πρότυπο για μας. Αυτοί οι «απολίτιστοι» ευθύνονται, για ότι στραβό υπάρχει ακόμη στην κοινωνία μας, άρα να χαιρόμαστε που έχουμε απομακρυνθεί από εκείνη την εποχή, να χαιρόμαστε το σήμερα! Κανένας προβληματισμός για την διαφορά δυναμισμού που είχε τότε ο Ελληνισμός, για την ακμή του, την πολιτιστική ακτινοβολία και την οικονομική κυριαρχία από την Αδριατική και την Νότια Ρωσία μέχρι τα βάθη της Μικρασίας, για την τεράστια διαφορά με την σημερινή Ελλάδα της παρακμής και του αβέβαιου μέλλοντος. Φυσικά καμμία κριτική για το διεφθαρμένο, εξηρτημένο και ανίκανο πολιτικό μας σύστημα. Αυτό είναι το «οχυρό» που θέλουν να προστατεύσουν οι μεταμοντέρνοι μισθοφόροι της παγκοσμιοποιήσεως και του ευρω-ατλαντισμού.
Και ήλθε το 2023 με την τραγωδία των Τεμπών, για να αποδείξει πόσο σάπιο και επικίνδυνο είναι αυτό το κομματοκρατούμενο τριτοκοσμικό μας κράτος, 200 χρόνια ΜΕΤΑ την Επανάσταση!
Αυτή είναι η
τριλογία της σταγόνας που πρέπει επιτέλους να μας ξυπνήσει και να καταλάβουμε,
ότι η Ελλάδα κατολισθαίνει προς έναν αναπόφευκτο αφανισμό, όχι μόνο ποιοτικά
αλλά και ποσοτικά λόγω της δημογραφικής μας καταρρεύσεως. Να καταλάβουμε, ότι
έχουμε κτίσει ένα κράτος όχι απλώς πάνω στην άμμο αλλά μέσα σε ένα τέλμα
απαξιώσεως, που διαβρώνει κάθε δημιουργική και ανεξάρτητη προσπάθεια.
Το 2024 τί θα «εορτάσουμε»; Την έναρξη της «χρυσής εποχής» της Μεταπολιτεύσεως και του «ομαλού πολιτικού βίου» του πλιάτσικου, για να καλύψουμε την Τραγωδία της Κύπρου; Θα πούμε τελικά το «Δεν πάει άλλο!» όχι μόνο για τους νεκρούς των Τεμπών αλλά και για όλες τις συμφορές μας;
3. Υπάρχει ελπίδα;
Η λογική, όσες φορές και αν την ρωτήσουμε, θα μας πει όχι. Τι μπορούμε να κάνουμε χωρίς ελπίδα; Η λύση είναι να δημιουργήσουμε πρώτα το αρχιτεκτονικό πρόπλασμα για μία άλλη πραγματικότητα μέσα στην ψυχή μας, αν θέλουμε μετά να κτίσουμε αυτή την άλλη πραγματικότητα μέσα στην κοινωνία μας. Η ζητούμενη εσωτερική πραγματικότητα που πρέπει να κτίσουμε, είναι πνευματική και μπορούμε να την εκφράσουμε με την εξής εξίσωση:
ΜΕΛΛΟΝ βέβαιο + άξιο του πολιτισμού και των αγώνων των προγόνων μας + ισοδύναμο με τις προσδοκίες και τις ικανότητές μας = ΠΑΡΟΝ με απόλυτη απελπισία εξ αιτίας αυτού του παρόντος και χωρίς καμμία ελπίδα για το μέλλον, πάλι εξ αιτίας αυτού του παρόντος + ( με αντιστάθμισμα) την νηφάλια οργή για αυτό το παρόν + την αποφασιστικότητα να το αλλάξουμε + την συνεργασία μεταξύ μας + ένα ΟΡΑΜΑ για ένα ΜΕΛΛΟΝ, που θα δικαιώνει τις προσδοκίες των απογόνων μας σε αυτόν τον ευλογημένο τόπο και θα αξιοποιεί τον μόχθο τους, όπως το γόνιμο έδαφος που δέχεται με αγαλλίαση το νερό της βροχής.
Τα παραπάνω δεν αποτελούν έκθεση ιδεών ούτε έκσταση ενοράσεως. Κάντε το πείραμα: πέστε τα αυτά σε έναν πολίτη μιας ανεπτυγμένης χώρας. Θα σας απαντήσει: «για νέα μου τα λες; Αυτά για μας είναι αυτονόητα. Για σας δεν είναι;» Αλήθεια, γιατί για μας δεν είναι αυτονόητα; Κατά την κοινωνιολογική μας άποψη οι βασικές αιτίες είναι δύο:
α. τα ανεπεξέργαστα πολύμορφα μέχρι και αντιφατικά αποτυπώματα της διαχρονικής μακραίωνης ιστορικής μας διαδρομής και
β. οι ιδιαίτερες εμπειρίες της Τουρκοκρατίας.
Αν οι ρίζες των έντονων οριζόντιων διαχωριστικών γραμμών ανάμεσα στους «μεν» και στους «δε», σ’ «εμάς» και σ’ «αυτούς», οφείλονται στον ανυπέρβλητο και ανταγωνιστικό κατακερματισμό του αρχαίου ελληνικού κόσμου, ο επίσης ανυπέρβλητος εγκάρσιος διαχωρισμός σε αγάδες και ραγιάδες οφείλεται στους τέσσερις αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας.
Αν τα πείτε αυτά στους μεταμοντέρνους αναθεωρητές της ιστορίας μας, θα διαρρήξουν τα ιμάτιά τους αλλά η απάντηση που θα σας δώσουν θα είναι η πλέον αόριστη: πρόκειται για «προνεωτερικά υπολείμματα» και το μόνο φάρμακο που προτείνουν είναι: «περισσότερη νεωτερικότητα». Ούτε υποψιάζονται ούτε θέλουν να παραδεχθούν, ότι οι αιτίες αυτής της παθογένειας μπορούν να καταπολεμηθούν μόνο με την συλλογική και ατομική αυτογνωσία. Όμως η ανάγκη της αυτογνωσίας αποτελούσε και αποτελεί το απόλυτο ταμπού τόσο για το εκπαιδευτικό μας σύστημα όσο και για το πολιτικό μας σύστημα, διότι οι μεν πολιτικοί μας επωφελούνται να βλέπουν την εξουσία ως προσωποπαγές προνόμιο και να αναπαράγουν τα πρότυπα του πασαλικίου, ενώ εμείς ανεχόμαστε να μας θεωρούν χαϊβάνια και βολευόμαστε με τα ρουσφέτια. Γι΄αυτό το ξερίζωμα αυτού του μολυσματικού συστήματος πρέπει να ξεκινήσει από τα σωθικά μας. Μόνο εκ των κάτω μπορεί να ξεκινήσει η αναγέννηση του Ελληνισμού.
4. Τί θα ψηφίσουμε;
Το σύστημα της απλής αναλογικής για τις επόμενες εκλογές αποτελεί μία χρυσή ευκαιρία για ένα νέο Ξεκίνημα. Η αποχή με απλή αναλογική στερείται στρατηγικής λογικής. Είναι μία έκτακτη ευκαιρία να βοηθήσουμε, να βλαστήσουν νέες πολιτικές δυνάμεις, προκειμένου μέσα στα επόμενα 10 χρόνια να αντικαταστήσουν τα 3 μεγαλύτερα κόμματα, του αρχηγισμού, της χρεοκοπίας, της υποτέλειας και της λογοδοσίας στα ξένα κέντρα αποφάσεων.
Είναι γεγονός, ότι τα μεγαλύτερα κόμματα έχουν το πλεονέκτημα ότι είναι γνωστά και προβάλλουν το επιχείρημα, ότι αποτελούν «εγγύηση». Όμως είναι αυτά που έχουν προξενήσει τις μεγαλύτερες καταστροφές στον Ελληνισμό, διότι έχουν μάθει να πουλάνε κομμάτι-κομμάτι την Ελλάδα, ως χώρα και ως λαό, προκειμένου να ζουν αυτοί καλά και να εξασφαλίζουν την υποστήριξη του Ξένου παράγοντα. Τα ΜΜΕ και οι Μυστικές υπηρεσίες ελέγχονται πρώτα από τον Ξένο παράγοντα και μετά από τα κόμματα εξουσίας.
Από την άλλη, η αδυναμία ορισμένων μικρών κομμάτων (εννοείται, ότι μιλάμε για αυτά που είναι δημοκρατικά) είναι ότι δεν έχουν αντοχή στον χρόνο, δίνοντας την εντύπωση, ότι είναι ευκαιριακά, ενώ όλα σχεδόν είναι εξίσου αρχηγικά, όπως και τα κόμματα εξουσίας.
Αυτό τον καιρό έχουν εμφανισθεί αρκετές πολιτικές πρωτοβουλίες από αξιόπιστα πρόσωπα και με προτάσεις τις οποίες θα υπέγραφε ο κάθε Έλληνας που είναι πατριώτης, δημοκράτης και κοινωνικά ευαίσθητος. Ασφαλώς και θα τις στηρίξουμε, να ριζώσουν στην ελληνική κοινωνία. Όμως ο λαός μας αντιδρά με δυσπιστία, όταν ακούει επικλήσεις στην πατρίδα, το δίκαιο και την αλληλεγγύη, διότι πολλές φορές έχει προδοθεί. Εξάλλου δεν μπορείς να πείσεις, όταν τρέχεις την τελευταία στιγμή με την γλώσσα έξω να προλάβεις τις εκλογές. Τελικά φθείρονται οι μεγάλες ιδέες, όταν ο λαός, έστω και αδικαιολόγητα λόγω της δυσπιστίας του, μένει με την εντύπωση, ότι όποιος επικαλείται τις μεγάλες ιδέες, θέλει να τις εκμεταλλευθεί και όχι να τις υπηρετήσει.
Τελικά κινούμαστε μέσα σε ένα φαύλο κύκλο; Πράγματι έτσι είναι αλλά υπάρχει λύση. Ασφαλώς και θα ενισχύσουμε αυτές τις μικρές προσπάθειες. Η αρχή πρέπει να γίνει. Όμως παράλληλα θα πρέπει να αναπτύξουμε μία μακροπρόθεσμη στρατηγική και αυτή είναι ο διαχωρισμός της πολιτικής δράσεως από την διαμόρφωση της πολιτικής συνειδήσεως του λαού μας. Άρα χρειάζεται μία στρατηγική των δύο αυτοτελών επιπέδων:
α. Πρέπει να προηγείται το οριζόντιο επίπεδο, δηλ. μία πορεία προς τον λαό για την ενημέρωση και την εμψύχωσή του αλλά αυτό θα πρέπει να γίνεται:
α.α. και στους 12 μήνες του χρόνου συνεχώς και ανεξάρτητα από το χρόνο των εκλογών και
β.β. από επιστήμονες, οι οποίοι θα έχουν προηγουμένως ορκισθεί, ότι δεν βλέπουν στα όνειρά τους τα έδρανα της Βουλής και ότι αποφεύγουν να περνούν ακόμη και από την πλατεία Συντάγματος. Αυτή η δράση θα αποτελεί στην πραγματικότητα την συνέχεια του έργου της Φιλικής Εταιρείας αλλά χωρίς μυστικότητα και χωρίς αρχηγό.
Αν δεν σπαρθούν οι μεγάλες ιδέες στην συνείδηση του λαού και δεν γίνουν κτήμα του, τα μικρά πολιτικά ελπιδοφόρα βλαστάρια δεν θα μπορέσουν να γίνουν δένδρα και δάσος.
β. μετά έρχεται το κάθετο επίπεδο με τους μαχητές του πολιτικού αγώνα. Αυτοί θα δοκιμάζονται για τις ικανότητές τους, την συνέχεια και την συνέπεια τους. Καλό θα είναι να αποκτούν πείρα στην Τοπική αυτοδιοίκηση.
Βεβαίως θα πρέπει να υπάρχει ιδεολογική σύγκλιση και συνεργασία ανάμεσα σε αυτά τα δύο επίπεδα αλλά με απόλυτη οργανωτική αυτοτέλεια.
Ο Αδαμάντιος Κοραής έλεγε, ότι οι Έλληνες δεν είναι ώριμοι να αναλάβουν οι ίδιοι τις ευθύνες της αυτοδιοικήσεως τους και ότι θα χρειασθεί μία 50ετία παιδευτικής προετοιμασίας. Το σύνολο των 200 χρόνων της ελλαδικής ιστορίας αποδεικνύει την ορθότητα της διαγνώσεώς του. Επειδή όμως σήμερα δεν μπορούμε να αναστείλουμε την λειτουργία του ελλαδικού κράτους προκειμένου να γίνουν οι αναγκαίες «επισκευές», αφού θα έχουμε εκπαιδεύσει τον λαό μας, για να αποκτήσει την κατάλληλη πολιτική παιδεία, θα πρέπει παράλληλα με την συμμετοχή στις εκλογές, να αρχίσει μέσα στις τοπικές κοινωνίες αυτή η διαφωτιστική εκστρατεία για την άνοδο της «κατά κεφαλήν καλλιέργειας» του λαού μας, για να χρησιμοποιήσουμε αυτόν τον εξαιρετικό όρο του Χρήστου Γιανναρά. Αυτή η προσπάθεια δεν μπορεί να γίνει ούτε από το κράτος ούτε από τα κόμματα. Έχουμε τα πρότυπα του Πατρο-Κοσμά του Αιτωλού, του Ρήγα Φεραίου και της Φιλικής Εταιρείας.
Ο Ηλίας Φιλιππίδης είναι συγγραφέας και έχει διατελέσει πανεπιστημιακός κοινωνιολογίας και νομικός.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου